Δευτέρα 30 Μαρτίου 2009

Σαν τραγουδάκι μου ’μεινες που όλο ξεχνάω τους στίχους

Πόσες φορές δεν άκουσες ένα τραγούδι και να πεις «πωωω.. μέσα στο μυαλό μου είναι??»? Πόσες φορές δεν μουρμουράς ή σφυρίζεις έναν ρυθμό γιατί κάπως σου κόλλησε? Κι ας σε κοιτούν οι άλλοι παράξενα… κι άλλες φορές απλώς ελπίζεις ότι κάποιος εκεί έξω ακούγοντας το «γνωστό» τραγούδι σκέφτεται εσένα… ή βλέποντάς σε να το μουρμουρίζεις, να καταλαβαίνει τι συμβαίνει μέσα στο κεφάλι σου..

Κάθε περίοδο στη ζωή μου υπήρχε μια μουσική ή ένα δίστιχο που παίζει από πίσω, σαν αυτές τις ταινίες που το soundtrack κάνει πιο έντονα το νόημα και τα συναισθήματα της ταινίας, σου δημιουργεί κάτι παράξενο εκεί στο στομάχι, λίγο κάτω από την καρδιά.

Μικρότερη κι ερωτευμένη με κάποιον που ούτε με κοίταζε σιγο-μουρμούριζα για τα όμορφα μάτια του, ήθελα να φύγω από τη ρουτίνα (γιατί I'd rather be anything but ordinary please), στα ταξίδια και στις εποχές που έλειπα από όλους δάκρυζα για τις ώρες μακριά τους (…And all these days I spend away I’ll make up for this I swear..) και είχα στο νου μου ότι θα τον αναπληρώσω το χρόνο που έχασα κυνηγώντας τα όνειρα μου. Και στις μεγάλες εντάσεις, στα μεγάλα νεύρα η ανάλογη μουσική για να καταλαβαίνουν οι άλλοι να μη μου μιλήσουν, ούτε να με κοιτάξουν περίεργα γιατί είμαι έτοιμη για καυγά!

Και είναι κι εκείνα τα τραγούδια που σε προδιαθέτουν να χαμογελάσεις, να αφαιρεθείς, να τσιτώσεις, να ερωτευτείς.. κι εύχεσαι κάποια στιγμή να υπάρχουν άνθρωποι που να σε κάνουν να νιώσεις όπως σ' εκείνο το τραγούδι.. κι αναρωτιέσαι από ποιον εμπνεύστηκε και το έγραψε το άλλο.. ποιας το χαμόγελο είναι χρώματα και μουσικές και για ποιον θα ξεκινούσα κι ας μου βγει και σε κακό..

Κι όλοι μας σε μεγάλους χωρισμούς, αποχωρισμούς, έρωτες κάπου θα βρίσκουμε στήριγμα, κατανόηση σε ένα στίχο.. και σιγοτραγουδάς για την αγάπη σου, για τον φίλο σου, τη χαρά, τη λύπη ή το θυμό σου. Κι όσο πιο έντονη η στιγμή τόσο πιο πολλά τα στιχάκια γύρω της.Και σιγά σιγά εξελισσόμαστε… αλλάζουμε, προχωράμε, ακόμα κι αν δεν πηγαίνουμε μπροστά, ίσως ούτε πίσω, απλώς αλλού. Κι όμως πάντα αναρωτιέμαι αν τελικά μετακινούμαστε εμείς ή ο κόσμος γύρω μας.. και η μουσική του μας ακολουθεί… Δηλαδή μήπως εμείς είμαστε ένα σταθερό σημείο και γύρω μας περιστρέφεται ο κόσμος και όχι το ανάποδο. Γιατί πόσο έχω αλλάξει στις βασικές αρχές και ανάγκες μου? Πόσο μακριά και πόσο κοντά είναι εκείνο το 13χρονο κοριτσάκι που άκουγε Ξύλινα Σπαθιά και Μαχαιρίτσα? Κι αν εξελισσόμαστε και αλλάζουμε πως διατηρούμε τόσο τα βασικά χαρακτηριστικά όσο και τις σταθερές μας? Μήπως απλώς προσαρμοζόμαστε σε κάθε νέο περιβάλλον για να επιβιώσουμε? Σαν χαμαιλέοντες που αλλάζουν χρώμα ανάλογα με το που βρίσκονται.

Τον τελευταίο καιρό η μουσική που με τριγυρίζει έχει ένταση, θυμό και νεύρο. Και η ζωή μου είναι σαν να προσπαθεί να αναπληρώσει το προηγούμενο εξάμηνο της προσαρμογής σε όλα τα καινούρια δεδομένα, που ένιωθα το σκηνικό να αλλάζει χωρίς άλλες σταθερές παρά λίγους ανθρώπους. Και τώρα σαν να ξυπνάω από χειμερία νάρκη και πρέπει η αδρεναλίνη να χτυπήσει κόκκινο για να ξυπνήσω τελείως.

Κι όπως λέει ο Πασχαλίδης "σε σφυρίζω, σε σφυρίζω"… Και περιμένω να δω τι θα μου φέρει το επόμενο τραγούδι..

Παρασκευή 27 Μαρτίου 2009

Πρώτες φορές ή κάθε φορά πρώτη φορά..

Ξυπνάς, αν έχεις καταφέρει να κοιμηθείς, ντύνεσαι, με τα ρούχα που έχεις διαλέξει από την προηγούμενη, παίρνεις την καινούρια τσάντα, τα καινούρια παπούτσια, φοράς σαν πανοπλία την καλή σου διάθεση, παρακαλώντας να μην φανεί από καμιά χαραμάδα ο φόβος, το άγχος, η αγωνία και ξεκινάς για την πρώτη μέρα στο σχολείο, στο πανεπιστήμιο, στη δουλειά…

Πόσες φορές, πόσες πρώτες μέρες? Και κάθε φορά το άγχος του τι θα βρεις, πως θα σε δουν, πως θα τους δεις… και καλά αν δεν είσαι ο μόνος καινούριος, αμέσως βρίσκεις συμμάχους για να την αντέξεις την πρώτη μέρα, να μοιραστείς πληροφορίες, άγχος και ενθουσιασμό…

Αν όμως χτυπώντας την πόρτα σε υποδεχτούν χαμογελώντας λέγοντας σου «μα τι κάνεις εσύ εδώ? Σε περιμέναμε την άλλη βδομάδα!! !», ξαφνικά δεν είσαι μόνο ο «καινούριος» αλλά και ο «ξέμπαρκος», ο «τι-κάνω-εγώ-εδώ-τώρα». Και τότε τι κάνεις? Μαζεύεις τα κουράγια σου, το παίζεις άνετος και γελάς λέγοντας «έκπληξη!!»?

Ποιος δεν θυμάται την πρώτη μέρα στο σχολείο? Το πρώτο φιλί? Την πρώτη φορά που έκανε σεξ? Την πρώτη φορά που πληρώθηκε? Η πρώτη φορά σε snowmobile, να ακολουθείς κάτι τρελούς στα βουνά, στα απάτητα, στο πουθενά..

Όλες οι πρώτες φορές έχουν κάτι το μαγικό! (ή όπως λέει εκείνη η παλιά διαφήμιση πόρωση και χωρίς αλεξίπτωτο!!!!) Έχουν φόβο, άγχος, αγωνία, ενθουσιασμό, ένταση.. η αδρεναλίνη να χτυπάει κόκκινο κι εσύ να εύχεσαι να μην ακούγεται η καρδιά σου που κοντεύει να πεταχτεί από το στήθος σου, ούτε να φαίνονται τα χέρια σου που τρέμουν..

Όσο μεγαλώνεις τόσο πιο δύσκολο είναι να το νιώσεις αυτό. Οι πρώτες φορές λιγοστεύουν, ο ενθουσιασμός μειώνεται και γίνεσαι πιο «μεγάλος», πιο ώριμος, πιο ρεαλιστής και πιο πεζός.. τα παιδιάστικα συναισθήματα κρύβονται στο πίσω μέρος του μυαλού σου μέχρι κάποιος να στα θυμίσει, μέχρι κάποιος κοντά σου να τα νιώσει και να σε βοηθήσει να τα ξαναζήσεις κι εσύ …

Τι κρίμα μεγαλώνοντας να λιγοστεύουν οι πρώτες φορές.. τι κρίμα που «μεγαλώνοντας» και «ωριμάζοντας» αρχίζουν να μας φαίνονται όλα συνηθισμένα και ίδια, ξεχνάμε να ενθουσιαζόμαστε, να μένουμε ξάγρυπνοι όλη νύχτα περιμένοντας να αρχίσει η επόμενη συγκλονιστική μέρα της υπόλοιπης ζωής μας…

Δευτέρα 9 Μαρτίου 2009

Μοναξιά μέσα στο πλήθος...

Πόσο εύκολο είναι να γνωρίσεις κόσμο? Να πιάσεις κουβέντα με τον διπλανό σου στο τρένο (τυχαίο το παράδειγμα), ή να βγεις για καφέ με τον καινούριο στη δουλειά για καφέ.

Αν είσαι καινούριος σε μια πόλη, μια δουλειά, ένα σχολείο ποια είναι η διαδικασία για να ενταχθείς , να αποκτήσεις κύκλο? Θα μίλαγες σε έναν άγνωστο σε ένα bar, club, cafe, ή θα απαντούσες κάποιον που σου πιάνει κουβέντα? Κάνεις accept στον άγνωστο που σου κάνει add στο facebook? Ή τελικά μόνο μέσω γνωστών ό,τι γίνει? Αν είσαι τυχερός και ο φίλος, φίλη έχει μεγάλο κύκλο και γνωριμίες κάτι γίνεται, όλο και κάποιος θα βρεθεί… αλλά αν όχι, αν είναι και αυτοί καινούριοι τότε τι γίνεται? Πώς γνωρίζεις κόσμο?

Σε chat ή σε speed dating? Τι τρομαχτικό που ακούγεται αυτό!!! Λατρεύω το internet και το pc μου αλλά πως θα νιώσεις τη χημεία? Αυτό που σε κάνει να ξεχωρίσεις κάποιον από κάποιον άλλο.. με τρομάζει η εποχή που η ανθρώπινη επαφή θα έρθει σε δεύτερη μοίρα και φαίνεται να μην είναι τόσο μακριά.. για μένα το internet είναι άλλο ένα μέσο για να διατηρήσω την επαφή με ανθρώπους που βρίσκονται μακριά μου και αλλιώς θα τους έχανα, και είναι και ένας ακόμα τρόπος να πλησιάσω τον υπόλοιπο κόσμο, άλλο ένα παράθυρο σαν την τηλεόραση και τα βιβλία… σε άλλες περιπτώσεις αντικαθιστά το τηλέφωνο, τα γράμματα, τα ραβασάκια, τα μηνύματα, κι όλες εκείνες τις μαλακίες που κάνεις στο χώρο της δουλειάς, στο σχολείο κτλ.. καταρρίπτει τοίχους και χιλιόμετρα και βοηθάει να απομονώσεις τον άλλο από το περιβάλλον του όταν σ’ ένα chat είστε μόνο οι δυο σας.

Κι όμως τίποτα δεν συγκρίνεται μ’ ένα άγγιγμα, ένα χάδι, ένα βλέμμα, μια αγκαλιά… το να νιώσεις τον άλλο δίπλα σου, να νιώθεις ότι κάτι σας ενώνει, κάτι που δεν το βλέπεις και μόνο το αισθάνεσαι… σαν να υπάρχει στον αέρα, στην ατμόσφαιρα.. όλη αυτή η μαγεία χάνεται μέσα στην οθόνη ενός υπολογιστή.

Και είναι τόσο κρίμα να έχει γίνει τόσο δύσκολο το να πλησιάσεις τους άλλους…

«Αυτοί που γνώρισα στο rave party με χαιρετάν μεσοβδόμαδα στο δρόμο, κάτι που δεν μπορώ να πω για τους 550 facebook φίλους μου»*

*από το περιοδικό FREE, Μάρτιος 2009.

Πέμπτη 5 Μαρτίου 2009

.. πάω πίσω λοιπόν στη μαμά μου, στην κάμαρά μου την παιδική..

Και ποτέ δεν έχω κλάψει πιο πολύ από απόψε… 25 μέρες πριν από τα 28α γενέθλιά μου, γυρίζω στο πατρικό μου, 3 μόλις μήνες μετά τον αποχωρισμό μου από την οικογένεια, για ένα βράδυ. Ένα βράδυ που αποφασίζω να ζήσω εργένικα, να περάσω το χρόνο μου όπως παλιά, όπως μοναδικά έχω συνηθίσει... και οφείλω να συνειδητοποιήσω ότι όλα έχουν αλλάξει, έχουν περάσει στο παρελθόν κι έστω αν χαίρομαι που στα 28 μου επιτέλους δεν είμαι πια στο εφηβικό μου δωμάτιο, πονάω και μου στοιχίζει και κλαίω και υποφέρω και βασανίζομαι και ποτέ δεν υπέφερα τόσο από το πέρασμα του χρόνου. Και λίγες μέρες πριν από 28α γενέθλια μου υποφέρω για τον πιο μεγάλο αποχωρισμό που αρνούμαι να ζήσω, τον αποχωρισμό από τα γαλάζια μου μονά σεντόνια και το λευκό πάπλωμα που μυρίζει όπως τίποτε άλλο στον κόσμο και τα ξαναβάζω στο πρόσωπό μου σαν να είναι η τελευταία φορά και κλαίω δυνατά γι’ αυτά και για όλα τα άλλα, για τα ίδια που κλαίω χρόνια τώρα, για μια εφηβεία που μου ερεθίζει το κεφάλι, που με τη γλύκα της με εμποδίζει να ωριμάσω, μια εφηβεία γεμάτη με πρόσωπα, καταστάσεις, κρυφούς και φανερούς έρωτες, προσδοκίες που πάντοτε ξεκίναγαν από τα γαλάζια σεντόνια, γιατί κάθε μοναδική μου μέρα ξεκίναγε από εκεί και κάθε μοναδική μου νύχτα ξεκίναγε εκεί, γελώντας, νοσταλγώντας, παραμιλώντας και μερικές φορές κλαίγοντας δυνατά, ξυπνώντας τη μητέρα μου για να έρθει στο δωμάτιο και να με ρωτήσει «τι συμβαίνει πάλι;». Κι απόψε δεν ξύπνησε ή ξύπνησε αλλά δεν σηκώθηκε, ίσως γιατί ξέρει, ίσως γιατί με αφήνει να το προσπεράσω κι αυτό, να το αφήσω πίσω, ίσως γιατί αυτά τα σεντόνια δεν με χωράνε πια. Αφήνω το σημάδι από τη μάσκαρα πάνω στο μαξιλάρι, βγάζοντας έναν ακόμη λυγμό, ένας λυγμός που γίνεται σπαραγμός, που γίνεται θρήνος, που μαζί του αναπολώ, ξαγρυπνώ και κρατώ τρέμοντας για λίγες ακόμη στιγμές όλα όσα ήταν δικά μου και τώρα δεν υπάρχουν πια και μόνο τα θρηνώ…